ῥογοί

ῥογοί
ῥογός
granary
masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ρογοί — Hμιορεινός οικισμός (υψόμ. 1.050 μ.), στην πρώην επαρχία Καλαβρύτων, του νομού Αχαΐας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (11 τ. χλμ.) και βρίσκεται BA των Καλαβρύτων, στον δρόμο που οδηγεί από το Μέγα Σπήλαιο στα Καλάβρυτα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”